Οι μπουάτ και το Νέο Κύμα

 

Σίγουρα οι πολλοί από τη γενιά μας αναρωτιούνται πώς και πού διασκέδαζε η νεολαία στις δεκαετιες ’60 και ‘70 στην Ελλάδα. Το ίδιο αναρωτήθηκα και γω, έφηβη, που ζω και πηγαίνω σχολείο στην Πλάκα.

Υπήρχαν μόνο τα μικρά ταβερνάκια και οι μεγαλύτερες σκηνές που έπαιζαν μπουζουκια και κυρίως ρεμπέτικα;

 

Ή υπήρχαν και πιο ενδιαφέροντες και εναλλακτικοί τρόποι διασκέδασης;

Αν ρωτήσετε κάποιον που ζούσε εκείνη την εποχή, θα σας μιλήσει αυθόρμητα για τις μπουάτ. Η συγκεκριμένη λέξη βγαίνει από τη γαλλική boîte που σημαίνει κουτί. Ονομάστηκαν έτσι, λοιπόν, επειδή ο χώρος που λειτουργούσαν ήταν τόσο μικρός όσο ένα κουτάκι.

 

Πού βρίσκονταν και ποιοι σύχναζαν εκεί;

Μπουάτ =Πλάκα όπως λένε και οι παλιοί, καθώς εκεί τα δυο βρίσκονταν κάτω από την επιβλητικής Ακρόπολης. Εκεί εξαιτίας των απαγορεύσεων για ανοικοδόμηση της αρχαιολογικής υπηρεσίας , οι μονοκατοικίες τη δεκαετία του ΄60  έχουν πολύ χαμηλό νοίκι, διότι τότε ήταν η εποχή που ο κόσμος άρχισε να μετακομίζει μαζικά στις πολυκατοικίες . Έτσι στα άδεια σπίτια   ξεφυτρώνουν τέτοιες μικρές μουσικές επιχειρήσεις χαμηλού κόστους με πελάτες κυρίως φοιτητές και παρέες νέων από 16 έως 30 ετών. ακούγονται συνηθως δυο κιθάρες, ένα ακορντεόν και πιάνο και τραγουδάει  ένας «τροβαδούρος», έως και όλα τα άτομα που βρίσκονται στην μπουάτ.

 

Πώς ήταν ο χώρος εσωτερικά;

 Ας τον επισκεφτούμε με την φαντασία μας… Έστω ότι περπατάτε σε ένα στενό δρομάκι της Πλάκας,  με παλιά νεοκλασικά σπίτια, ασυντήρητα, που προσφέρονται  να στεγάσουν ένα είδος μικρού μπαρ. Κάπου εκει παρατηρείτε πως υπάρχει μια μπουάτ και αποφασίζετε να μπείτε. Το πρώτο που  σας κάνει εντύπωση είναι ο χαμηλός φωτισμός και οι πολύχρωμες, καλλιτεχνικές εικόνες στους τοίχους. Καθώς κατεβαίνετε τα σκαλάκια, για να βρεθείτε στον κύριο χώρο, σας έρχεται το πρώτο άκουσμα της μουσικής, την οποία δεν ακούγατε από το χώρο υποδοχής,  γιατί δεν υπάρχουν ενισχυτές ήχου. Το να βρείτε να καθίσετε μέσα σε αυτό το κουτί είναι μια αρκετά δύσκολη υπόθεση… τα καθίσματα πολύ χαμηλά… υπάρχουν ακόμη και μαξιλάρες και φλοκάτες στο πάτωμα. Στις μπουάτ κάθονταν λες και αποτελούσαν όλοι μαζί μια τεράστια παρέα. Άλλωστε πολλοί μαρτυρούν ότι οι καλύτερες φιλίες μες στις μπουάτ γεννήθηκαν.

Σέρβιραν, κυρίως, ποτά σε χαμηλές τιμές αλλά μερικές μπουάτ όπως η Ρουλότα σέρβιραν και τραχανά. Η απόλυτη απλότητα, η μουσική και η καλή διάθεση σε όλο της το μεγαλείο.

 

Ποια ήταν όμως η μουσική των μπουάτ;

Το 1964 το είδος αυτό της μουσικής πήρε το όνομα Νέο Κύμα από το γαλλικό nouvell vague. Στα στέκια κυριαρχεί, κυρίως, η μπαλάντα, στην οποία προστίθενται μετά από λίγο καιρό στοιχεία λαϊκού ήχου και παραδοσιακές προσμίξεις. Τότε παρουσιάζονται, επίσης,  λίγα τραγούδια με στοιχεία ελαφρού και ατμοσφαιρικού ροκ. Τα τραγούδια το Νέου Κύματος ήταν γεμάτα αθωότητα και αστεία στοιχεία Οι τραγουδιστές άγνωστοι στο ευρύ κοινό είχαν μόλις αποφοιτήσει ή ήταν φοιτητές ή απλά μουσικοί οι οποίοι προέρχονταν από παρέες που σύχναζουν εκεί. Μελωδίες και τραγούδια πρόσφερουν οι Γιάννης Γλέζος, Λίνος Κόκοτος, Νίκος Μαμαγκάκης, Νότης Μαυρουδής. Γνωστοί συνθέτες και ποιητές δινουν στίχους όπως ο Άκης Δασκαλόπουλος, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος, ο Κώστας Κωτούλας. Κάποιο  μουσικοί που σίγουρα έχετε ακουστά είναι ο Κηλαηδόνης, ο Πάριος, ο Παπακωνσταντίνου, ο Σαββόπουλος, ο Σιδηρόπουλος. Ακόμη και ο Αττίκ, ένας από τους μεγάλους Έλληνες πρωτοπόρους στη μουσική, ξεκίνησε από ένα είδος μπουάτ, τη Μάντρα.

 

Τέλος, τα ονόματα των μπουάτ παραπέμπουν σε κάτι πολύ δικό μας ή σε ένα χώρο ζεστό , όπως Αυλαία , Δώμα, Κατακόμβη, Κιβωτός, Λημέρι, Λυχνάρι, Σοφίτα, Στοά, Συμπόσιο, Στέκι του Γιάννη, Σχολείο, Τετράδιο, Τζαζ, Χρυσό Κλειδί, Ζώδιο.

Ποιος είπε όμως ότι  τα κουτούκια αυτά εξαφανίστηκαν; Η Απανεμιά εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μπουάτ από το 1964 εως και σήμερα. Επίσης, το Ζουμ, μπουάτ που συνεχίζει να ζει, καθώς λειτουργεί εδώ και 40 χρόνια.

Γνωρίζω ακόμη και γω, που είμαι δεκαπέντε χρονών, πώς είναι οι μπουάτ. Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήγα στην Απανεμιά. Με συνεπήρε ο ήχος της μουσικής, της κιθάρας. Τα τραγούδια είχαν ένα στοιχείο ερασιτεχνικής φρεσκάδας και απλότητας. Ο τραγουδιστής δεν ήταν παραπάνω από 25 χρονών. Ήταν στη σκηνή ολομόναχος και έπαιζε πιάνο. Σαν να άνοιξα αυτό το κουτάκι, που λεγόταν μπουάτ και να ανακάλυψα μια άλλη εποχή τελείως άγνωστη σε μένα. Είμαι μαγεμένη από αυτή μου την εμπειρία.